- ραδόνιο
- Ραδιενεργό στοιχείο με σύμβολο Rn· ανήκει στην ομάδα μηδέν (ομάδα των ευγενών αερίων) του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 86, ατομικό βάρος 222 και 17 ισότοπα, από τα οποία τα τρία είναι φυσικά. Οφείλει το όνομά του στο ράδιο, από το οποίο προέρχεται με την εκπομπή ενός σωματιδίου α. Παλιότερα αναφερόταν με τον όρο «εκροή», με σύμβολο Em. Το ανακάλυψε ο Φρίντριχ Ερνστ Ντορν το 1900, ως προϊόν της διάσπασης του ραδίου. Είναι αέριο με μονοατομικό μόριο, χημικά αρκετά αδρανές, όπως και τα άλλα ευγενή αέρια· είναι διαλυτό στο νερό και σε πολλούς ελαιώδεις διαλύτες, τήκεται στους -71°C (έχει μετρηθεί επίσης η τιμή –113°C)· βράζει στους -65°C. Έχει περίοδο ηιμετασχηματισμού 3,82 ημερών. Οι χημικές και οι φυσικές του ιδιότητες μελετήθηκαν από τον Ράδερφορντ και τον Σόντι το 1903.
To ρ. χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο του ραδίου, για να μετρηθεί η ραδιενέργεια των μεταλλικών νερών, στα εργαστήρια ως πηγή νετρονίων, εγκλεισμένο σε κύλινδρο μαζί με κονιοποιημένο βηρύλλιο, στην ιατρική στη ραδιοθεραπεία, στη ραδιογραφία κ.α.
Δύο άλλες «εκροές», οι οποίες προέρχονται από τη διάσπαση του θορίου και του ακτινίου, το θορόνιο (ισότοπο 220 του ρ.) και το ακτινιόνιο (ισότοπο 219 του Ρ.), έχουν περιόδους ημιμετασχηματισμού πολύ βραχύτερες, οπωσδήποτε κατώτερες του ενός λεπτού, και είναι γι’ αυτό λίγο γνωστές και ελάχιστα χρησιμοποιούμενες.
* * *το, Ν(φυσ. -χημ.) ραδιενεργό χημικό στοιχείο με σύμβολο Rn και ατομικό αριθμό 86, το οποίο ανήκει στην ομάδα Ο, δηλαδή στην ομάδα τών ευγενών αερίων τού περιοδικού συστήματος.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην Ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. radon < radium (βλ. ράδιο ) + -[i]ον].
Dictionary of Greek. 2013.